Η ανοχή μας είναι θα λέγαμε ένα καθημερινό φαινόμενο. Σε κάθε επίπεδο, είναι περισσότερο μια ανάγκη επιβίωσης ανθρώπου, χωρίς όμως να δίνουμε και συγχωροχάρτι σε όποιον έχει αναπτύξει καλύτερα το μηχανισμό αυτό στη συνείδησή του.
Είναι σαν να ανοίγουμε το παράθυρο και να πετάμε αυτά τα “σκουπίδια” που μαζέψαμε όλη μέρα ξανά στο δρόμο που θα περάσουμε πάλι αύριο και θα δούμε τα σκουπίδια και θα αγανακτήσουμε, αλλά στο τέλος της μέρας θα τα πετάξουμε και πάλι εκεί.
Ώρες – ώρες σκέφτεται κανείς μήπως ήρθε πια ο καιρός να συμπεριληφθεί η πολιτική στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα καθώς μια φορά κι έναν καιρό τα πράγματα ήταν πιο απλά και πολύ λιγότερο κοπιώδη.
Είχες δυο – τρεις “αντιπροσώπους” στην περιφέρειά σου, τους πρόσταζες να γυρίζουν χωριά και κώμες για να καταγράφουν αιτήματα και να ανταποδίδουν με ταξίματα, κανόνιζες με την εξουσία σου τέσσερις – πέντε μεταθέσεις και άλλες τόσες προσλήψεις, έστελνες τα γνωστά τηλεγραφήματα “κατόπιν ενεργειών μου…”, κι αυτό ήταν όλο.
Α, και όταν ερχόταν το καλοκαίρι έπαιρνες σβάρνα τα πανηγύρια κι αν ερχόσουν στο κέφι, ποτήρι στο ποτήρι, έριχνες και δυο στροφές. Κι έδινες έτσι στους ψηφοφόρους σου την ευκαιρία να πούνε πόσο λεβέντης άνθρωπος είσαι και πόσο απλός, “δικός τους”.
Από την άλλη, η ύπαρξη μη ενεργών πολιτών δείχνει πόσο σοβαρά λαμβάνεται η ελευθερία και η ατομικότητα του πολίτη στις ώριμες δημοκρατίες. Κάθε αίτημα που εκφράζει ένας πολίτης προς έναν πολιτικό έχει την ιδιαίτερη αξία του και υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Για αυτό και οι πολιτικοί οφείλουν να είναι ειλικρινείς απέναντι τους και να ξεκαθαρίζουν εξαρχής που έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν και που όχι.
Η καλλιέργεια προσδοκιών που δεν μπορούν να εκπληρωθούν είναι αδιέξοδη στρατηγική. Καλύτερα να είναι ειλικρινείς σήμερα πάρα ασυνεπείς αύριο.